Logo-NESTOR
Κέντρο Ημέρας Κυψέλη
Επικοινωνήστε μαζί μας!
Contact Form
Σχετικά Άρθρα

Το αντίδοτο της μεγάλης γρίπης

Αφιερώνεται μετά μεγάλης εκτιμήσεως, & αγάπης στις θαυμαστές σχέσεις των φροντιστών και των ηλικιωμένων τους. Σε όλους εσάς που μαγικά μετουσιώνετε τις δυσκολίες σε παραγωγικές προκλήσεις.

Οι άνθρωποι του Νέστωρα το γνωρίζουν…

Εσείς;

ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΓΡΙΠΗΣ:
Η ΑΛΑΝΘΑΣΤΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΜΙΑΣ ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ

Μία φορά και έναν καιρό όχι πολύ μακριά από τους δικούς μας χρόνους υπήρχε μία γυναίκα με καταγωγή από τις υπερήφανες κρητικές Μαδάρες. Εξίσου υπερήφανη και η ίδια, γεννημένη κάπου στις αρχές του 1930, βίωσε τις δυσειδείς συνθήκες ενός παγκοσμίου πολέμου και τα δύσκολα χρόνια της επαρχίας όπως τόσοι άλλοι άνθρωποι ( και σημερινοί ηλικιωμένοι) της γενιάς της.

Η γιαγιά Μαρίκα δεν κατάφερε ποτέ να πάει σχολείο, γνωρίζοντας ωστόσο στοιχειώδη γραφή και ανάγνωση και όντας αυτοδίδακτη την ακρογωνιαία τέχνη της επιβίωσης. Στερούμενη από τα παιδικά της έτη το πατρικό πρότυπο, είχε να φροντίσει για τη μητέρα της και τους τρεις αδελφούς της, απαντώντας στις αμφιλεγόμενες προκλήσεις μίας αντίξοης καθημερινότητας. Κάποτε ο ένας από τα αδέλφια της χάθηκε σε ένα ναυάγιο, γεγονός που ενδεχομένως την έκανε ακόμη πιο σκληρή και δυσπρόσιτη με τους γύρω της: «Τον Μανώλη μου τον πήρε η θάλασσα» μας έλεγε με το βλέμμα κενό και απαλλαγμένο από οποιουδήποτε είδος συναισθήματος.

Και ο χρόνος πέρασε, η ζωή συνεχίστηκε και η όμορφη γιαγιά μου, η νεαρή τότε Μαρίκα, ντύθηκε με κατάλευκες ισπανικές δαντέλες που τις έφερε ο παππούς Γιάννης, ο μέλλων σύζυγός της ύστερα από ένα ταξίδι του εις τας Ευρώπας. Για χάρη της παρευρέθηκε και τραγούδησε στο γάμο τους, ο μεγάλος κρητικός λυράρης της εποχής Κώστας Μουντάκης και ίσως αυτές να ήταν μία από τις ευτυχέστερες στιγμές της ζωής της.

Και ο χρόνος προχώρησε περαιτέρω, νέες προκλήσεις παρουσιάστηκαν στο προσκήνιο, εφόσον ο παππούς έφυγε πρόωρα από τη ζωή, αφήνοντας πίσω του δύο έφηβα κορίτσια και μία νεαρή χήρα. Οι εφεδρείες της νέας γυναίκας της επέτρεψαν ώστε να ατσαλωθεί ακόμη περισσότερο, αποκοπτόμενη ωστόσο από τις ήδη μειωμένες συναισθηματικές της απολήξεις και προκειμένου για το μεγάλωμα των θυγατέρων της. Πολλοί ήταν εκείνοι που την χαρακτήρισαν « σκληρή» και « παγωμένη» και πράγματι η γιαγιά ήταν ιδιαιτέρως αυστηρή, μιλούσε πριν καν σκεφτεί, τις περισσότερες φορές πληγώνοντας τους σημαντικούς της άλλους και με σκοπό να μην χάσει την επαφή με το έμφυτο ένστικτο αυτοσυντήρησης.

Το μαγικό ωστόσο συνέβη όταν απέκτησε εγγόνια. Όσο σκληροπυρηνική ήταν με τα παιδιά της, τόσο πιο μαλακή έγινε με τα δεύτερα παιδιά, σαν μία καινούργια, χαρισματική πτυχή της προσωπικότητας της, μία δεύτερη ευκαιρία να ζήσει μέσα από αυτά. Κάθε φορά που αρρώσταινα θυμάμαι την γκρίνια της παρέα με την απαράμιλλη φροντίδα της. Με γρήγορες κινήσεις άνοιγε το σερβάν για να πάρει το μπουκάλι με την τσικουδιά και να μου κάνει εντριβές και όλος ο τόπος μοσχοβουλούσε αυτό το πεπαλαιωμένο ξύλο ακακίας, της σκαλιστής εκείνης αντίκας. Ταυτόχρονα έπαιρνε ένα κομμάτι βαμβάκι, το πότιζε με « Μυρτώ Λεμόνι» και μου το έβαζε στη μύτη « για να ξεβουλώσει», όπως έλεγε. Η γιαγιά πάντα έδινε χωρίς να χαϊδεύει, φρόντιζε χωρίς να κακομαθαίνει και ενδυνάμωνε ερήμην της, αφήνοντας ανέγγιχτη την παιδικότητά των εγγονών της. Το αντίδοτο αυτής της γυναίκας απέναντι στις δικές μου μεγάλες γρίπες ωστόσο δεν ήταν μόνο η ακούραστη φροντίδα και αγάπη της, αλλά η νηφαλιότητα και ψυχραιμία που αντιμετώπιζε γεγονότα και καταστάσεις όταν αυτές γίνονταν απρόβλεπτες και ίσως αυτό ήταν το σημείο κατατεθέν της δικής μου ίασης.

Η ατσάλινη δυναμική γιαγιά μου κάποτε άφησε όλα τα φύλλα της να πέσουν, τις μνήμες της να ξεθωριάσουν και το μυαλό της να απαχθεί από την άνοια, μεταβαίνοντας σε μία δική της σουρεαλιστική πραγματικότητα. Αυτό συνέβη ενώ ήταν ήδη μεγάλη σε ηλικία και αιφνιδίως απώλεσε ένα από τα δύο της παιδιά. Σταδιακά σταμάτησε να είναι λειτουργική, να γίνεται δύσκολη στην επικοινωνία, να παραιτείται από μικρές καθημερινές συνήθειες που της έδιναν χαρά, και να αμελεί τόσο τη θεραπεία του διαβήτη όσο και την δίαιτά της. Χαρακτηριστικά θυμάμαι ένα τσαμπί μπανάνες στη φρουτιέρα του σπιτιού, από τις οποίες ωστόσο έλειπαν τα φρούτα, εφόσον το γλυκό μου κορίτσι είχε φροντίσει να τις φάει όλες, τοποθετώντας επιμελώς όλες τις φλούδες στη θέση τους.

Παραδόξως αυτή η άρση αναστολών την έκανε να γελάει τόσο όσο δεν είχε γελάσει ποτέ τα ευδόκιμα χρόνια της. Αποζητούσε διαρκώς την προσοχή μας σε σημείο που πολλές φορές με έκανε να αισθάνομαι τύψεις άπαξ και διεκδικούσα λίγες στιγμές για τον εαυτό μου. Πολύ αργότερα κατάλαβα ότι αν ήθελα να είχα ποιοτική παρουσία στη ζωή της θα έπρεπε να ευθυγραμμιστώ και με τις δικές μου ανάγκες και να μην απαντώ στις απαιτήσεις του ανοικού εαυτού της.

Οι στιγμές φυλλορρόησαν τα χρόνια πέρασαν και το πιο αγαπημένο κομμάτι των παιδικών μου χρόνων μετέβη με άκρα αξιοπρέπεια και διακριτικότητα σε μία άλλη διάσταση, αφήνοντας παρακαταθήκη το αλαβάστρινο πνεύμα της και προίκα τις πολυσήμαντες δυναμικές της. Και μπορώ να πω μετά βεβαιότητας πώς αυτός ο άνθρωπος έχει μετουσιωθεί στη δική μου πυξίδα και το βασικό κίνητρο αναφορικά με τη διαχείριση της γήρανσης , στη βάση της ιδιότητάς μου ως επαγγελματία υγείας.

Αν ήταν εδώ σήμερα θα έλεγε να λάβουμε παράδειγμα τις δυσκολίες που βίωσε η ίδια και η γενιά της, προκειμένου να ενεργούμε με σύνεση και ψυχραιμία, επιλέγοντας την αισιοδοξία και τις αρετές που μας προικοδότησαν οι γηραιότεροι και βετεράνοι αυτής της ζωής. Θα έλεγε ότι μία πράξη φροντίδας στα χρόνια του κορονοιού εξισώνεται με ηρωική πράξη και ιδιαίτερα υπό καθεστώς συνεχούς εγκλεισμού. Θα έλεγε: «Αν μπορέσαμε όλοι εμείς γιατί όχι και εσείς;»

Αν ωστόσο είχα την ευκαιρία να βιώσω την παρούσα δυσμένεια με τη δική μου γιαγιά, πιθανότατα να έβλεπα ένα σωρό προοπτικές να ξεδιπλώνονται μπροστά μου, μικρά καθημερινά εγχειρήματα- προτάσεις προς άπαντες φροντιστές που σήμερα τελούν υπό καθεστώς καραντίνας με τους ηλικιωμένους τους.

Σημαντικό θα ήταν ώστε να μεριμνήσω για τη διατήρηση ή ακόμη και ενίσχυση της λειτουργικότητάς της στο βαθμό που το επέτρεπαν οι φυσικές της εφεδρείες και θα ήταν η ίδια ικανή να φροντίσει την ατομική υγιεινή, τα περί της ενδύσεώς της, ή ακόμη τη μεταφορά της από το υπνοδωμάτιο στο σαλόνι. Επιπλέον, θα της ανέθετα μικρές- απτές δραστηριότητες προς ενίσχυση τόσο της λειτουργικότητάς όσο και της ψυχοσυναισθηματικής της κατάστασης. Για άλλη μία φορά μαζί στο τελετουργικό παρασκευής σπανακόπιτας, θα την άφηνα να με μαλώσει που δεν τα « κάνω σωστά» και «είμαι ακαμάτα» και πάλι ξέχασα να «κρύψω» λίγο ρακί στο ζυμάρι προκειμένου να γίνει περισσότερο τραγανό.

Το απόγευμα θα ήταν η ώρα του διπλού ελληνικού καφέ στο σαλόνι δίπλα στο θρυλικό σερβάν, θα την έβαζα να μου πλέξει ένα παραδοσιακό σεμεδάκι για το γραφείο και αν διαπίστωνα ότι έχει απωλέσει τα της διαδικασίας θα της έλεγα: « δεν βαριέσαι γιαγιά; Και αύριο μέρα είναι!» Μετά θα βλέπαμε παλιές ελληνικές ταινίες, -το απόλυτο αντίδοτο στην κατάθλιψη – ενώ θα απολάμβανα τη Μαρίκα για πολλοστή φορά να σχολιάζει τους πρωταγωνιστές με το ξεχωριστό σεμνότυφο ύφος της.

Κάποια στιγμή θα τη σήκωνα με το ζόρι και δεδομένης μίας καλοκαιρίας θα της πρότεινα να μεταβούμε στο μπαλκόνι προκειμένου η ίδια να φροντίσει τις γλαστρούλες που τόσο αγαπούσε, ακούγοντάς την να υπερηφανεύεται: « δεν μοσχοβολούν τα γεράνια;» ή « να κόψω λίγα φύλλα αρμπαρόριζας να φτιάξουμε λικεράκι;» Η απάντηση στην προκειμένη περίπτωση θα ήταν: « φυσικά και ναι!»

Και ενώ σουρούπωνε σειρά θα έπαιρνε το ξεθωριασμένο κουτί με τα μπισκότα και ο μυστικός του θησαυρός. Παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες, όπου μόνο οι παλαιότεροι ξέρουν ποιος είναι ποιος, ξεσκουριάζοντας τις μνήμες τους και ανακαλώντας χαρούμενα, δυσάρεστα ή ακόμη και « πικάντικα» γεγονότα με μακρινούς πάντα συγγενείς « εξώλης και προώλης». Σε αυτό το σημείο και υπό αυτές τις συνθήκες να πούμε ότι συζητήσεις κοινωνικού ενδιαφέροντος που αντιπροσωπεύουν μία κάποια ελαφράδα, θεωρούνται αποδεκτές για δύο λόγους: « ξεσκονίζουν τη μνήμη» και αποφέρουν το γέλιο! Και όλα αυτά με τη συνοδεία των κλασικών ακουσμάτων και μελωδικών φωνών της Μαρίκας Νίνου, Σοφίας Βέμπο ή ακόμη της θρυλικής Δανάης.

Ωστόσο και δεδομένων των καταστάσεων ενδεχομένως να είχα μεριμνήσει για κάποιο επιτραπέζιο παιχνίδι με σημαντικό βαθμό ευκολίας, όπως το « μάντεψε ποιος», χωρίς όμως την πρόθεση να αφήνω τη γιαγιά να κερδίζει. Εξάλλου και επί καιρού άνοιας είχε την τάση να μας « παίρνει τα σώβρακα» στο παιχνίδι της ξερής, η ίδια επικαλούμενη την ευστροφία της ενώ εμείς την τύχη του πρωτάρη!!

Κάποτε θα ερχόταν η στιγμή εκείνη της ημέρας που θα αποζητούσα λίγο χρόνο για τον εαυτό μου και ας είχα τη γιαγιά από δίπλα να γκρινιάζει. Βλέπετε το « δίπλα» και το « μαζί» δεν έχει καμία σχέση με το « συνέχεια μαζί», ενώ η στροφή προς τον εαυτό μας στην περίπτωση των φροντιστών των ηλικιωμένων ,αποτελεί βασικό σημείο επανισορρόπησης, αποφόρτισης και ενδυνάμωσης. Σίγουρα θα υπάρξουν ημέρες που δεν θα μπορείτε να είστε τόσο δημιουργικοί ή παραγωγικοί ή υπομονετικοί επί του ρόλου της φροντίδας. Νοηματοδοτείστε αυτό το ενδεχόμενο ως φυσιολογικό, «αγκαλιάστε» τον εαυτό σας και πείτε του «δεν πειράζει» έχοντας ανατροφοδοτήσει πρωτίστως όλες τις δύσκολες καταστάσεις που κληθήκατε να διαχειριστείτε, τις νίκες που έχετε κατακτήσει ως φροντιστές, τα επιτεύγματα από τα οποία έχετε μοναδικές αξιώσεις.

Η συνταγή της γιαγιάς Μαρίκας έναντι της μεγάλης γρίπης, της μεγάλης αυτής υγειονομικής κρίσης που βιώνουμε όλοι, έχει μέσα συστατικά όπως κουράγιο, σύνεση, ψυχραιμία και ατσαλοσύνη. Και κάθε άλλο παρά μυστική συνταγή θα λέγαμε ότι είναι. Πολύ περισσότερο ένα εφόδιο που όλοι εσείς κρατάτε στα χέρια σας και σας το κληροδότησαν οι δικοί σας ηλικιωμένοι, οι δικοί μας ηλικιωμένοι, οι μοναδικοί μας άνθρωποι.

Μαρία Μελέκου, Κοινωνική Λειτουργός

Greek